Η Δασκάλα
Πόσες φορές αποτραβιέται
μονάχη, πέρα απ’ τα παιδιά
και πικραμένη συλλογιέται,
όσα της σφίγγουν τη καρδιά.
Ω, τα χρυσά που φύγαν νειάτα
μ’ όνειρα πόσα ήταν γεμάτα
προβιβασμός, υποτροφία
κάποιας της τύχης αλλαγή
δυο τρία χρόνια υπηρεσία
και ένας λεβέντης μιαν αυγή
που θα την κλειούσε αρχόντισσά του
στο σπίτι του και στην καρδιά του.
Μα ΄ταν φτωχό το σπιτικό της
Και καρτερούσαν να θραφούν
γονιοί και αδέλφια απ’ το μισθό της
και χρέη παλιά να πληρωθούν
Κι αυτός μικρός
δεν εξαρκούσε
κι όλο πιο μπρος
τον εξοφλούσε.
Έχει σβηστεί στο πρόσωπό της
κάθε της νιότης ομορφιά.
και όσα διδάσκει στο σχολείό της
δεν τα πιστεύει εκείνη πια.
κι όλο και γίνεται η δασκάλα
πιο νευρική και ασπρομάλλα
Άλλες μαθήτριες παντρευτήκαν
άλλες παιδάκια γίναν νιές
Από την μνήμη της σβηστήκαν
πόσες εδίδαξε γενιές
Στη νιότη της π’ ανθεί και δένει
μετράει τα χρόνια της θλιμμένη
Κι όμως στην έδρα της εκείνη
για λευτεριά, για δικαιοσύνη
διδάσκει πάντα και κηρύττει
με ραγισμένη τη φωνή,
π’ όλο και βγαίνει πιο βραχνή
από το χρόνιο φαρυγγίτη.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου